- Αλυάττης
- οκύρ. όνομα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Ἀλυάττης — masc acc pl (attic epic doric) Ἀλυάττης masc nom/voc pl (doric aeolic) Ἀλυάττης masc nom sg Ἀλυάττης masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αλυάττης — (617 – 560 π.X.).Βασιλιάς της Λυδίας, πατέρας του Κροίσου. Διακρίθηκε σε διάφορες πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Κιμμερίων, των Μήδων, των Ιώνων κ.ά. Στην εποχή του το κράτος των Λυδίων έφτασε στο απόγειο της ακμής του, ενώ ο ίδιος… … Dictionary of Greek
Ἀλυάττεα — Ἀλυάττης masc acc sg (epic ionic) Ἀλυάττης masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλυάττην — Ἀλυάττης masc acc sg Ἀλυάττης masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλύαττα — Ἀλυάττης masc voc sg Ἀλυάττης masc nom sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλυάττου — Ἀλυάττης masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλυάττῃ — Ἀλυάττης masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλυάττα — Ἀλυάττᾱ , Ἀλυάττης masc acc sg (doric aeolic) Ἀλυάττᾱ , Ἀλυάττης masc nom/voc/acc dual Ἀλυάττᾱ , Ἀλυάττης masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Алиатт — (Alyattes, Αλύαττης). Сын Садиата, царь Лидии, боровшийся с милетцами, а затем с мидянами. Он был отцом Креза. (Источник: «Краткий словарь мифологии и древностей». М.Корш. Санкт Петербург, издание А. С. Суворина, 1894.) … Энциклопедия мифологии
Κιμμέριοι — Αρχαίος λαός που κατοικούσε Β του Ευξείνου Πόντου, στη σημερινή Κριμαία και στην περιοχή γύρω από τη Μαιώτιδα λίμνη (Αζοφική θάλασσα). Οι Κ. ήταν γνωστοί στην Ελλάδα ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους. Ο Όμηρος τούς αναφέρει ως λαό που κατοικούσε… … Dictionary of Greek